Μήνυμα Κυριακής Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας “Ο Θεός της αγάπης κάθε ώρα και κάθε στιγμή είναι σκυμμένος πάνω από τον ανθρώπινο πόνο”

Του Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού

Σπουδαία η σημερινή παραβολή. Πολλά τα μηνύματά της και πολλές οι διαστάσεις της. Ακόμη και το αρχικό ερώτημα, το οποίο θέτει ο Νομοδιδάσκαλος στον Ιησού θα μπορούσε να αποτελέσει για μας παράδειγμα προς μίμηση. Τί Τον ρωτά;

«Διδάσκαλε, τί πρέπει να κάνω για να κερδίσω την αιώνια ζωή;»

Όπως επισημαίνει το Ευαγγέλιο, οι προθέσεις του επιφανούς Νομοδιδασκάλου δεν είναι ειλικρινείς και, κατά τον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας, έχει σκοπό, όχι να διδαχτεί, αλλά να παρασύρει τον Ιησού, ώστε να πει κάτι αντίθετο με τον Νόμο και να εκτεθεί. Κι όμως! Η φράση αυτή αποτελεί την ηχώ της κάθε ανθρώπινης ψυχής που διψάει για αιωνιότητα. Ο Χριστός μας, λοιπόν, σήμερα, ανταποκρίνεται στην αγωνία αυτή και απαντά στον σπουδαίο Νομοδιδάσκαλο, καλώντας τον μάλιστα να απαντήσει ο ίδιος με αυτό που ήδη, ασφαλώς, γνωρίζει, ως γνώστης των Γραφών, από το Δευτερονόμιο και το Λευιτικό της Παλαιάς Διαθήκης: Στην αιωνιότητα οδηγεί η αγάπη προς τον Θεό με όλο μας το «είναι» και η αγάπη προς τον διπλανό μας, τον πλησίον μας, σαν να είναι ο εαυτός μας.

Παράξενο όμως! Η γνώση του Νομοδιδασκάλου αποδεικνύεται ελλιπής. Κάτι, η μάλλον, κάποιον δεν γνωρίζει. Και ενώ θα περίμενε κανείς να έχει ελλιπή γνώση για τον παντοδύναμο αόρατο Θεό, εκείνος ομολογεί πως δεν γνωρίζει τον πλησίον, δηλαδή τον συνάνθρωπό του, που καθημερινά τον βλέπει και συναναστρέφεται μαζί του. Γι’ αυτό και ρωτά τον Κύριο: «Ποιός είναι ο πλησίον μου;»

Η ερώτηση αυτή δίνει την ευκαιρία στον Κύριο να υπερβεί κάθε ανθρώπινο φραγμό που διαχωρίζει τους ανθρώπους σε οικείους και ξένους με κριτήριο την καταγωγή η τα θρησκευτικά «πιστεύω». Με την παραβολή του καλού Σαμαρείτη, ο Χριστός διακηρύσσει απερίφραστα πως τους ανθρώπους τους κάνει κοντινούς, τους κάνει «πλησίον», μόνον η αγάπη. Μόνον αυτή μας καθιστά αληθινούς συγγενείς με τους συνάνθρωπούς μας, μόνον αυτή μας καθιστά, κατά χάριν, συγγενείς με τον ίδιο τον Θεό.

Ο Θεός, αδελφοί μου, όπως διδάσκει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, είναι αγάπη και αγάπη σημαίνει έργα. Πίστη προς τον Θεό της αγάπης σημαίνει έργα αγάπης προς τον πλησίον. Για πολλούς, η σημερινή παραβολή θεωρείται πως διδάσκει την αγάπη προς τον συνάνθρωπο, στην πραγματικότητα όμως, μέσω της αγάπης αυτής, σήμερα μαθαίνουμε να αγαπάμε τον ίδιο τον Θεό. Για τον λόγο αυτό, το Γεροντικό αναφέρει: «Είδες τον αδελφό σου; Είδες τον Θεό σου».

Αυτό ακριβώς είναι που δεν κατάφεραν να δουν ο ιερέας και ο λευίτης της παραβολής, οι οποίοι προσπέρασαν αδιάφοροι τον πληγωμένο. Κι ας ήταν και οι δύο γνώστες του Νόμου, πιστοί βέβαια, αλλά και άσπλαχνοι. Αυτό όμως που δεν κατάφεραν οι ευσεβείς, σύμφωνα με τα κριτήρια των ανθρώπων, Ισραηλίτες, ο Χριστός τολμά να διδάξει πως το κατάφερε ο ασεβής Σαμαρείτης.

Στο πρόσωπο του ακάθαρτου για τους Εβραίους Σαμαρείτη, ο Χριστός εμφανίζει ενώπιόν μας τις αληθινές διαστάσεις της πίστεως, η οποία δεν εξαντλείται στην θρησκευτική ταυτότητα αλλά επιβεβαιώνεται στα έργα της αγάπης. Μιας αγάπης ολοκληρωτικής, αγάπης πλήρους αυταπαρνήσεως, αγάπης μέχρι θυσίας, όπως αποκαλύφθηκε στη φρικτή θυσία του θεανθρώπου Χριστού στον Σταυρό. Τέτοια υπήρξε και η αγάπη του Σαμαρείτη.

Ίσως παραξενευτείτε με την άποψη αυτή, αφού γνωρίζουμε πως, στην παραβολή, ο Σαμαρείτης δεν χάνει την ζωή του. Σήμερα όμως, η παραβολή αυτή μας δίνει μία μεγάλη ευκαιρία να διαπιστώσουμε πως, το να δίνει κανείς την ζωή του για τον συνάνθρωπό του μπορεί να έχει και άλλες διαστάσεις, πέρα από τον θάνατο. Νεκρό είναι κάτι άδειο από ζωή. Και σήμερα, ο Σαμαρείτης «αδειάζει» κυριολεκτικά την ζωή του για να χωρέσει τον πλησίον του, νεκρώνοντας τον εγωισμό και τον ατομισμό του. Σκύβει από πάνω του χωρίς να υπολογίσει τον κίνδυνο πως οι ληστές μπορεί να είναι ακόμα εκεί γύρω και πιθανόν να επιτεθούν και στον ίδιο. Ξοδεύει το δικό του λάδι και το δικό του κρασί, χαρίζοντας τα για την ανακούφιση του πόνου και των ανοιχτών πληγών που έχει μπροστά του. Απαρνείται τον προγραμματισμό του και αδιαφορεί για τις δικές του εκκρεμότητες, βάζοντας ως προτεραιότητα την σωτηρία ενός ετοιμοθάνατου. Αλλάζει το δρομολόγιό του και αναζητά πανδοχείο να τον περιθάλψει. Καταβάλει ο ίδιος, από την προσωπική του περιουσία, τα έξοδα της θεραπείας του. Προσαρμόζει τα μελλοντικά του σχέδια στον άγνωστο χτυπημένο και είναι αποφασισμένος να επιστρέψει. Σκέφτεται όλα τα ενδεχόμενα και συνεννοείται με τον πανδοχέα να μην λυπηθεί τα έξοδα γιατί εκείνος θα επιστρέψει και θα τα καλύψει όλα. Ο καλός Σαμαρείτης δεν έχει πλέον εγωιστικό εαυτό. Εαυτός του έχει γίνει ο πλησίον του. Κατάφερε, όντως, να αγαπήσει τον πλησίον του όπως τον εαυτό του.

Θαυμάστε, αδελφοί μου, την πλούσια αγάπη του, την συστηματική αγάπη του, την αγάπη στην οποία έχει αφιερώσει τη σκέψη του, την καρδιά του, αλλά και τον χρόνο του. Θαυμάστε τον τρόπο της ζωής και της σκέψης του που συγκλονίζει την καρδιά μας, όπως συγκλόνισε και τον Νομοδιδάσκαλο, ο οποίος έφτασε να ομολογήσει κάτι αδιανόητο για την καταγωγή και τη θέση του: πως ένας ασεβής Σαμαρείτης κέρδισε με τα έργα του τον πιο τιμητικό τίτλο της Αγίας Γραφής. Τον τίτλο του «πλησίον».

Μετά την σημερινή παραβολή, δεν υπάρχουν περιθώρια, ούτε για άγνοια, ούτε για παρανοήσεις. «Πλησίον» για τον συνάνθρωπο και γνήσιο παιδί του Θεού είναι εκείνος, του οποίου η καρδιά, όχι μόνον συγκινείται από το δράμα του συνανθρώπου, αλλά και οργανώνει την ζωή του με τέτοιον τρόπο, ώστε τα έργα του να έχουν ως προτεραιότητα την ανακούφιση και την σωτηρία του. Άλλωστε, όπως διδάσκουν ο Ωριγένης, ο ιερός Αυγουστίνος, ο άγιος Αμβρόσιος Μεδιολάνων και πολλοί ακόμη Πατέρες, οι οποίοι προσεγγίζουν με τρόπο αλληγορικό την παραβολή, καλός Σαμαρείτης όλου του ανθρωπίνου γένους είναι ο ίδιος ο Χριστός. Κάθε φορά που η αγάπη καθορίζει τις επιλογές της ζωής μας, Εκείνον μιμούμεθα. Σήμερα, ο Χριστός μας, ο Μέγας Πλησίον, φαίνεται να αδιαφορεί για την πίστη της ταυτότητας και να επαινεί την πίστη της ενεργητικής και θυσιαστικής αγάπης, η οποία μας ενώνει με την επουράνια πηγή της, τον ίδιο τον Θεό. Μπορεί ο Θεάνθρωπος Ιησούς, κατά τους Νηπτικούς Πατέρες, να έχει ήδη εγκατασταθεί στην καρδιά μας από την στιγμή της Βάπτισής μας, εναπόκειται όμως σ’ εμάς να Τον αποκαλύψουμε στον σύγχρονο κόσμο με τον τρόπο της ζωής μας. Μας περιμένει και μας καλεί, όπως τον Νομοδιδάσκαλο της παραβολής, καθώς τον αποχαιρετά, λέγοντάς του: «Πήγαινε, λοιπόν, και κάνε κι εσύ το ίδιο».

Γύρω μας, πλήθος πληγωμένων, με πληγές, όχι μόνο στο σώμα, αλλά και στην ψυχή, περιμένουν την συμπαράσταση κα την έμπρακτη αγάπη μας. Ο Θεός της αγάπης, κάθε ώρα και κάθε στιγμή, είναι σκυμμένος πάνω από τον ανθρώπινο πόνο. Με την σημερινή παραβολή μας καλεί να σταθούμε δίπλα Του. Ας ανταποκριθούμε, λοιπόν, «εν όλη τη ψυχή και εν όλη τη ισχύι και εν όλη τη διανοία ημών» στην πρόσκλησή Του.